Γιατί συζητάμε εννέα χρόνια για τα ξενόγλωσσα; Τρεις ακαδημαϊκοί μιλούν στον «Π»

ΑΝΤΡΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ

Header Image
Νόμος που ψηφίστηκε το 2016 επιτρέπει σε Πανεπιστήμιο Κύπρου, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου να προσφέρουν προπτυχιακά προγράμματα σε άλλες γλώσσες.

«Με τη βούλα της ολομέλειας της Βουλής τα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου θα μπορούν να παρέχουν προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών σε άλλες γλώσσες, πλην της Ελληνικής. Μετά τη νομοθεσία που ψήφισε χθες η Βουλή των Αντιπροσώπων, Πανεπιστήμιο Κύπρου, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου θα μπορούν να προσφέρουν πλέον προπτυχιακά προγράμματα σε άλλες γλώσσες, με ή χωρίς την παράλληλη προσφορά τους σε μία από τις επίσημες γλώσσες, έπειτα από έγκριση του υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού. Επιπλέον, προβλέπεται η εισαγωγή ρυθμίσεων που προνοούν για το ύψος των διδάκτρων, το σύστημα και τα κριτήρια εισδοχής στα διάφορα προγράμματα σπουδών, καθώς και τη βιωσιμότητα των προγραμμάτων αυτών».

Το παραπάνω απόσπασμα δημοσιεύτηκε στον «Πολίτη» στις 15 Ιουλίου 2016. Και το εύλογο ερώτημα που προκύπτει τώρα είναι το εξής: Μα δεν είναι για να επιτραπεί η παροχή ξενόγλωσσων από τα δημόσια πανεπιστήμια που συζητούν τώρα στη Βουλή και κάποιοι σκίζουν τα ιμάτιά τους ότι αυτό θα βλάψει τις Παγκύπριες και το δημόσιο σχολείο; Αφού υπάρχει ήδη νόμος που το επιτρέπει, τι συζητάμε τώρα; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: Η συζήτηση που γίνεται τώρα αφορά τους κανονισμούς που θα πρέπει να θεσπιστούν προκειμένου να μπορέσει να εφαρμοστεί η νομοθεσία. Ψηφίστηκε λοιπόν ο νόμος το 2016 και σήμερα, εννέα χρόνια μετά, συζητάμε για τους κανονισμούς που θα πρέπει επίσης να περάσουν από τη Βουλή, προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή ο νόμος.

Σε μια προσπάθεια να διαπιστώσουμε και εμείς τι το περίπλοκο έχουν αυτοί οι κανονισμοί που εννέα χρόνια τώρα συζητάμε γι' αυτούς, αλλά και τι σημαίνει το να μπορούν τα δημόσια πανεπιστήμια να παρέχουν ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών, αν αυτό θα έχει επιπτώσεις στο δημόσιο σχολείο, στις Παγκύπριες, στην οικονομία του τόπου κ.λπ., ο «Π» μίλησε με τρεις ακαδημαϊκούς, οι οποίοι είναι χρόνια στον χώρο της Ανώτερης Εκπαίδευσης και εξηγούν γιατί χρειαζόμαστε ξενόγλωσσα και κυρίως αγγλόφωνα προγράμματα σπουδών στα δημόσια πανεπιστήμια.

Μιλούν για τα GCE, τα οποία αξιοποιούν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες για την εισαγωγή σε πανεπιστήμια, τα οφέλη που θα έχει η οικονομία του τόπου, αλλά και οι υφιστάμενοι φοιτητές των πανεπιστημίων μας.

 

Φτιάκα: «Εμπιστευτείτε μας»

Με το θέμα καταπιάστηκε σε πρόσφατο άρθρο της η δρ Ελένη Φτιάκα, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης και Ενιαίας Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, με την οποία και επικοινωνήσαμε. Η δρ Φτιάκα αναλύει τα δεδομένα που προκύπτουν. Δηλαδή ότι πρόκειται για αυτοχρηματοδοτούμενα προγράμματα, «ο Kύπριος φορολογούμενος δεν θα επιβαρυνθεί καθόλου», θα δημιουργηθούν νέες θέσεις για Κύπριους και ξένους φοιτητές, αλλά και νέες θέσεις εργασίας «για όλα εκείνα τα νέα παιδιά -και είναι πολλά- τα οποία τελειώνουν κοντά μας, ή στο εξωτερικό, με απίστευτες οικονομικές θυσίες των γονιών τους, διδακτορικά προγράμματα και ψάχνουν για εργοδότηση». Οφέλη θα έχουν και οι υφιστάμενοι φοιτητές των πανεπιστημίων, οι οποίοι «θα βρεθούν ξαφνικά να κινούνται και να εργάζονται μέσα σε ένα διεθνές φοιτητικό κλίμα χωρίς να το κουνήσουν ρούπι από τη χώρα τους και χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουν οι οικογένειές τους έστω και ένα σεντ επιπλέον». Η δρ Φτιάκα διερωτάται σε ποιον πλανήτη είναι επιζήμιο για τη χώρα, για την κοινωνία και για τη Δημόσια Εκπαίδευση να εντάξουν τα δημόσια πανεπιστήμια ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών.

Σε άλλο σημείο υπογραμμίζει ότι «τα ξενόγλωσσα προγράμματα έπρεπε να είχαν ξεκινήσει στα δημόσια πανεπιστήμια εδώ και χρόνια» καθώς, όπως προσθέτει, «από το 2004 είμαστε μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας. Μπήκαμε με τσαμπουκά! Τους ξεγελάσαμε και μπήκαμε! Δεν μπήκαμε κατά λάθος! Ούτε μας ξεγελάσανε εκείνοι! Αν θέλαμε να παραμείνουμε ένα νησί ξεχασμένο στον χρόνο, θα έπρεπε να μείνουμε εκτός! Δεν θέλαμε όμως! Γιατί το ξέραμε ότι όποιος αντιστέκεται στην αλλαγή και την εξέλιξη μαραζώνει και πεθαίνει! Και θέλαμε την εξέλιξη αυτή για την ανάπτυξη του τόπου -πολιτική, οικονομική, κοινωνική, εργασιακή, άλλη...  Τα αγγλόφωνα προγράμματα, είτε το θέλουμε είτε όχι, είναι μέρος αυτής της εξέλιξης!». 

Η δρ Φτιάκα, η οποία θυμάται την περίοδο που άνοιξε τις πύλες του στους πρώτους φοιτητές το Πανεπιστήμιο Κύπρου, τον Σεπτέμβριο του 1994 (καθώς δίδαξε, όπως αναφέρει, το πρώτο μάθημα που διδάχτηκε ποτέ στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, στις 9.00 το πρωί της Δευτέρας της 12ης Σεπτεμβρίου του 1992), απευθύνει έκκληση προς όλους να εμπιστευτούν τους ακαδημαϊκούς, αναφέροντας τα εξής: «Ξέρουμε τι κάνουμε! Το κάνουμε εδώ και πολλά χρόνια! Και η πρώτη μας έγνοια είναι τα παιδιά σας και παιδιά μας!  Αφήστε μας να κάνουμε τη δουλειά μας όπως ξέρουμε κι όπως πρέπει και δεν θα το μετανιώσετε! Πως δεν το μετανιώσατε μέχρι τώρα! Και μην παρασύρεστε από κομματικές και άλλες σειρήνες της συντήρησης και της μιζέριας! Εκείνοι λένε όσα έλεγαν πάντα! Δεν ξέρουν κάτι άλλο να πουν!».

  

Μαύρος: «Τα GCE απαιτούν κριτική σκέψη, όχι παπαγαλία»

Στον «Π» μίλησε και ο δρ Παναγιώτης Κ. Μαύρος, ΒΑ, ΜΑ, PhD, πρώην επιθεωρητής και πρώτος λειτουργός Εκπαίδευσης στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.

«Αν τα GCE δεν ήταν μια αξιόπιστη εξέταση, τότε χώρες όπως οι Ολλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Βρετανία και πολλές άλλες, δεν θα τις αξιοποιούσαν σε καμία περίπτωση, μιας και δεν θέλουν να ρισκάρουν το επίπεδο των φοιτητών που εισέρχονται στα πανεπιστήμιά τους», αναφέρει. Απαντώντας την ίδια στιγμή στο επιχείρημα ότι «το GCE αν αποτύχεις μπορείς να παρακαθήσεις ξανά την εξέταση», είπε ότι «κοροϊδεύουν τον κόσμο. Αν αποτύχεις δηλαδή στις Παγκύπριες Εξετάσεις απαγορεύεται να παρακαθήσεις την επόμενη χρονιά; Όχι βέβαια. Είναι κάτι που το έχουμε δει να συμβαίνει αρκετές φορές. Για να λέμε όμως και μερικές αλήθειες, αυτό που νοιάζει εκείνους που φωνάζουν δεν είναι ούτε οι Παγκύπριες, που είναι ξεκάθαρο ότι δεν επηρεάζονται, ούτε η ελληνική γλώσσα, αν υποβαθμιστεί. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι ότι θα δοθεί έτσι δικαίωμα και σε παιδιά αγγλόφωνων ιδιωτικών σχολείων να μπουν στα δημόσια πανεπιστήμια», τόνισε ο δρ Μαύρος, ο οποίος θεωρεί άδικο τα παιδιά αυτά, που και εκείνα είναι Κύπριοι πολίτες, να μην έχουν τη δυνατότητα, αν θέλουν, να σπουδάσουν σε δημόσιο πανεπιστήμιο στην Κύπρο.

«Μιλάμε για παιδιά των οποίων οι γονείς πληρώνουν φόρο προς το κράτος, το κράτος δεν δαπανά λεφτά για την Εκπαίδευσή τους. Οι εν λόγω γονείς δεν δικαιούνται κάποια φοροαπαλλαγή ή κάτι. Το κράτος κερδίζει για το καθένα από αυτά τα παιδιά περίπου 13.000 ευρώ, τα οποία θα χρειαζόταν αν φοιτούσαν σε κάποιο δημόσιο σχολείο και το ίδιο το κράτος δεν τους δίνει καν τη δυνατότητα να φοιτήσουν, έστω και επί πληρωμή, σε δημόσιο πανεπιστήμιο», προσέθεσε. «Σε ποιο πανεπιστήμιο ανά την υφήλιο», αναρωτιέται, «υπάρχει απόλυτη ομοιομορφία κριτηρίων για εισδοχή χωρίς αυτό το αυτόνομο ανώτατο ακαδημαϊκό ίδρυμα να μην έχει την εξουσία να τα διαφοροποιεί, με τη σοφία που σίγουρα διακρίνει ένα τέτοιο ίδρυμα;».

Σημειωσε δε πως ο ισχυρισμός ότι τα GCE A Level είναι πιο εύκολη εξέταση από τις Παγκύπριες δεν ευσταθεί, εξηγώντας μάλιστα ότι το επίπεδο δυσκολίας είναι το ίδιο, ενδεχομένως τα GCE να είναι και πιο δύσκολα καθώς «περιλαμβάνουν ερωτήσεις που απαιτούν κριτική σκέψη και άλλες ανώτερες νοητικές λειτουργίες και δεν μπορείς να βρεις αυτούσιες στο βιβλίο και να τις «παπαγαλίσεις».

 

Ορφανίδης: «Υπάρχουν και προοπτικές αλλά και ανησυχίες»

«Το νομοσχέδιο για την εισαγωγή ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών στα δημόσια πανεπιστήμια αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα για την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, εγείροντας τόσο προοπτικές όσο και ανησυχίες», εξηγεί στον «Π» ο δρ Ανδρέας Ορφανίδης, πρώην πρύτανης και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ιδρυμάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης (EURASHE) και του European Quality Assurance  Register for Higher Education (EQAR).

Από τη μία πλευρά είναι η διεθνοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης στο νησί μας που «μπορεί να ενισχύσει την ακαδημαϊκή ανταγωνιστικότητα και την οικονομική βιωσιμότητα των πανεπιστημίων αλλά και την ακαδημαϊκή και οικονομική θέση της χώρας στον διεθνή εκπαιδευτικό χάρτη» και από την άλλη η διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και των ελληνόφωνων προγραμμάτων σπουδών στα δημόσια πανεπιστήμια, με τον δρα Ορφανίδη να τονίζει ότι, με κατάλληλες ρυθμίσεις, η Κύπρος μπορεί να πετύχει μια ισορροπία μεταξύ των δύο.

Όσον αφορά τα πλεονεκτήματα της εισαγωγής ξενόγλωσσων-αγγλόφωνων προγραμμάτων περιλαμβάνει σ' αυτά: πρώτον, τη δυνατότητα των δημόσιων πανεπιστημίων να προσελκύσουν ξένους φοιτητές, καθώς «πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια έχουν ήδη υιοθετήσει παρόμοιες στρατηγικές», δεύτερον, την παρουσία- συνύπαρξη φοιτητών από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα και, τρίτον, την αποτροπή φυγής ταλαντούχων Κυπρίων φοιτητών προς πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Πέραν όμως των παραπάνω, σημειώνει ότι «η εισαγωγή προγραμμάτων σε ξένες γλώσσες μπορεί να ενισχύσει την ποιότητα της Εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σε επιστημονικά πεδία όπου η Αγγλική κυριαρχεί ως η γλώσσα της έρευνας και της καινοτομίας». Σε σχέση τώρα με τις «προκλήσεις», όπως τις χαρακτηρίζει ο δρ Ορφανίδης, που συνοδεύουν το νομοσχέδιο, αναφέρει ότι «ένας βασικός προβληματισμός αφορά την πιθανή περιθωριοποίηση της ελληνικής γλώσσας στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Αν και το νομοσχέδιο δεν καταργεί τα ελληνόφωνα προγράμματα, υπάρχει ο φόβος ότι, σταδιακά, η ζήτηση για αυτά θα μειωθεί. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στη συρρίκνωση της ελληνόγλωσσης επιστημονικής παραγωγής και στην εξασθένηση της ελληνικής ως γλώσσας ακαδημαϊκής διδασκαλίας».

Άλλο ένα ζήτημα που θίγει είναι αυτό της ισότητας στην πρόσβαση, καθώς, όπως εξηγεί, «οι μαθητές που προέρχονται από ιδιωτικά σχολεία, όπου η Αγγλική διδάσκεται σε ανώτερο επίπεδο, πιθανώς να έχουν πλεονέκτημα έναντι των μαθητών από δημόσια σχολεία, οι οποίοι ενδέχεται να δυσκολευτούν περισσότερο στα αγγλόφωνα προγράμματα», με τον ίδιο να προσθέτει ότι είναι «απαραίτητη η ενίσχυση της διδασκαλίας των Αγγλικών στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε όλοι οι μαθητές να έχουν ίσες ευκαιρίες επιτυχίας». Επιπλέον, ο δρ Ορφανίδης μιλά για κίνδυνο εμπορευματοποίησης της Δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης αλλά και για εγγυήσεις που θα πρέπει να θεσπιστούν ότι τα ελληνόφωνα προγράμματα δεν θα υποβαθμιστούν.

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα

Κάντε εγγραφή στο newsletter του «Π»

Εγγραφείτε στο Newsletter της εφημερίδας για να λαμβάνετε καθημερινά τις σημαντικότερες ειδήσεις στο email σας.

Ακολουθήστε μας στα social media

App StoreGoogle Play